Εδώ και πολύ καιρό ήθελα να γράψω για έναν από τους αγαπημένους μου συγγραφείς τον George Simenon αλλά πρώτα αποφάσισα να δω την ταινία του 2014 "la chambre bleue" που
μετέφερε στον κινηματογράφο ένα από τα αγαπημένα μου βιβλία και αυτό που ήταν η
αφορμή να γνωρίσω το σύμπαν του, «το μπλε δωμάτιο». Δε θέλω να μιλήσω για την
ταινία, αλλά να πω δυο λόγια για το έργο του. Δεν είμαι κριτικός λογοτεχνίας
προφανώς, -δεν έχω τις σπουδές ούτε τις γνώσεις-, απλά διαβάζω. Ίσως
περισσότερο από το μέσο όρο, σίγουρα λιγότερο από όσο θα ήθελα.
Ξεκινώντας, πρέπει να πω πως τα
έργα του Simenon
χωρίζονται σε δυο κατηγορίες- ενότητες. Τα αστυνομικά με τον επιθεωρητή Μαιγκρέ
και τα «σκληρά του μυθιστορήματα». Και τα σκληρά χωρίζονται σε δυο υποενότητες.
Σ’ αυτά που υπάρχει φόνος και σε εκείνα τα καθαρά ψυχολογικά που απλά σε
εισάγει στο κλειστό μελαγχολικό του σύμπαν, σε βάζει να ακούς, να διαβάζεις τις σκέψεις να νιώθεις τους φόβους των ηρώων
του, ηρώων που δεν είναι άλλοι από τους απλούς καθημερινούς ανθρώπους της
γειτονιάς.
Μη ξεκινήσετε με το Μαιγκρέ. Ίσως
να είναι πιο εύκολο σαν ανάγνωσμα, αλλά δε θα καταλάβετε τον Σιμενόν. Ίσως ούτε
τον Μαιγκρέ. Για μένα ένα από τα καλύτερα βιβλία του είναι : «το μπλε δωμάτιο». Είναι χαρακτηριστικό
του έργου του Σιμενόν. Ένα έργο που χαρακτηρίζεται από την προσπάθεια να
γνωρίσεις τον άνθρωπο. Τον αμαρτωλό και μη. Δεν τον ενδιαφέρει η τιμωρία του
ενόχου, πολλές φορές δεν τον ονομάζει καν, πολλές φορές δε ξέρεις καν ποιος
είναι ο ένοχος. Πολλές φορές , όπως και στο «μπλε δωμάτιο» οι ενοχές, ο πόθος,
οι αιτίες του κακού δεν κατονομάζονται, απλά πλανώνται και βαραίνουν την
ατμόσφαιρα. Τελικά ο ένοχος είναι ένας;
Πως οδηγήθηκαν εκεί τα πράγματα; Μοιάζει στην αρχή να είναι τυχαίο. Όπως στη
ζωή. Μπορεί μια λέξη, μια φράση να αλλάξει τόσο πολύ την πορεία της ζωής ενός
ανθρώπου; Μοιάζει να είναι τόσο χαοτικό. Μια συνάντηση, μια απάντηση σε στιγμές
που οι λέξεις δεν έχουν καμία σημασία. Όταν το κορμί είναι ακόμη σε διέγερση
μετά τον έρωτα, όταν το κεφάλι μοιάζει ακόμη άδειο. Αυτή είναι η αιτία;
[…] -Αν ξανάβρισκα την ελευθερία μου… θα ξανάβρισκες κι εσύ τη δική
σου;, …..« Μ’ αγαπάς Τόνυ;»
-Νομίζω….
-Δεν είσαι σίγουρος; Θα μπορούσες να περάσεις μαζί μου όλη την υπόλοιπη
ζωή σου;
Δε συνειδητοποίησε τις λέξεις,
όπως ήταν χαμένος στην ονειροπόλησή του δεν κατάλαβε πόσο σημαντικές ήταν αυτές
οι ερωτήσεις. Αλλά αυτές οι μισές απαντήσεις ήταν που έφεραν το αποτέλεσμα;
Ήταν ικανές να προκαλέσουν ένα θάνατο ή και περισσότερους;
Αυτό κάνει το Σιμενόν τόσο ξεχωριστό. Θα σε βάλει δίπλα στον κατηγορούμενο, θα σου δώσει την ιστορία του, θα σε εντάξει σε ένα στενό πλαίσιο μιας μικρής κοινωνίας με όλα τα αρνητικά της, (που κατακρίνει με ευκολία, που ρουφιανεύει εύκολα, που παρακολουθεί πίσω από μισόκλειστες γρίλιες να βρει ένα πάτημα για να κουτσομπολέψει, που δημιουργεί κακούς, που τελικά μπορεί να συνθλίψει και να οδηγήσει στην αυτοκτονία ένα ευάλωτο άνθρωπο), θα σε βάλει να ξαναζήσεις τη ζωή του μαζί μ’ αυτόν. Όχι όμως για να τον δικαιολογήσει, δε θέλει να τον απαλλάξει από τις κατηγορίες του. Σκοπός του είναι να τον καταλάβει. Στο τέλος καλείσαι να δώσεις τη δική σου ερμηνεία, μαζί με το δικαστή κάθε φορά ή τους ενόρκους είτε γίνεται δίκη, είτε όχι, είτε είναι πραγματικοί, είτε απλά έχουν οικειοποιηθεί τις ιδιότητες. Και πολλές φορές για τον καθένα μας ο ένοχος είναι διαφορετικός. Νομίζω όμως πως τις περισσότερες φορές στα έργα του το μεγάλο ζήτημα που κρύβεται πίσω από κάθε ιστορία, πίσω από κάθε πόνο, δεν είναι τίποτα άλλο από την ελευθερία του ανθρώπου.
Οι άνθρωποι του Σιμενόν, θύτες
και θύματα είναι άνθρωποι πιεσμένοι. Άλλοτε είναι περιθωριοποιημένοι, άλλοτε
στιγματισμένοι ( ο εμιγκρές ανθρωπάκος από το Αρχαγγελσκ, ο ξεπεσμένος
αριστοκράτης, ο πλούσιος αστός που ακολούθησε τις επιταγές της κοινωνικής του
τάξης και αυτό τον υποδουλώνει, η στριπτιζέζ που δεν έχει άλλο τρόπο επιβίωσης)
, όλοι είναι άνθρωποι με ζητήματα προσωπικής ελευθερίας. Γι’ αυτό αποδρούν, γι’
αυτό είναι έτοιμοι να κάνουν την τρέλα. Υπάρχει
ένα νοσηρό, ασφυκτικά καταπιεστικό κλίμα, μια αποπνικτική ατμόσφαιρα που
λειτουργεί σα μέγγενη που σφίγγει όλο και περισσότερο και οδηγεί σε κατάρρευση,
σε κατάσταση που θα οδηγήσει στο φόνο. Που και αυτός μπορεί να μη γίνει. Γιατί
δεν είναι αυτό το ζήτημα. Το ζήτημα είναι να επέλθει η ισορροπία. Μου θυμίζει
τη θεωρία του χάους. Ένα δίλημμα, μια
λάθος απόφαση, ένα ψέμα και επέρχεται η καταστροφή; Αλλά όταν στη συνέχεια
βλέπεις ολόκληρο το πλαίσιο, νιώθεις πως ήταν πιο νομοτελειακό από όσο φαινόταν
αρχικά. Ή έτσι θέλουμε να πιστεύουμε; Πως το σύμπαν μπορεί και ορίζεται από μας
και τηρώντας τους κανόνες δε θα μας βγάλει κανείς από αυτή τη μακαριότητα;
Έχω διαβάσει σχεδόν όλα τα έργα
του που είναι μεταφρασμένα στα Ελληνικά (μου λείπουν κάποια εξαντλημένα) και
έχω δωρίσει πολλά από αυτά.
Λένε πως κάθε συγγραφέας είναι
σαν ένας φίλος, που έρχεται και σου διηγείται μια ιστορία. Που σου ανοίγει την
καρδιά του. Γιατί κάθε φορά μέσα από τις διηγήσεις του σε καλεί κρυφά ή και
φανερά να τον καταλάβεις. Να τον γνωρίσεις. Πολλές φορές οι ιστορίες του μπορεί
να είναι βαρετές ∙ δεν
είναι κάθε ιστορία ενδιαφέρουσα, δεν έχει κάθε φορά κέφια ο φίλος μας. Αλλά ο
Σιμενόν ξεπερνά το μέσο όρο. Μπορώ να απαριθμήσω ένα μεγάλο αριθμό βιβλίων του
που με ενθουσίασαν. Που οι ιστορίες του είχαν να μου πουν κάτι. Γι’ αυτό και έχω κάνει δώρο πολλά από τα βιβλία του.
Γι’ αυτό και τον προτείνω ανεπιφύλακτα. Δεν προσπαθεί να κάνει εντύπωση
χρησιμοποιώντας καλολογικά στοιχεία, δεν έχει τις πανέμορφες μεταφορές, δεν
κρύβεται πίσω από μεγάλες και δύσκολες λέξεις , απλά βρίσκει τις κατάλληλες για
να περιγράψει αυτό που θέλει. Και τις χρησιμοποιεί με χαρακτηριστική ακρίβεια.
[...] - Είστε σαράντα ετών και
η γυναίκα σας, περισσότερο γνωστή με το όνομα Τζίνα, είναι εικοσιτεσσάρων. Αν
κατάλαβα καλά, δεν εθεωρείτο πρότυπο ηθικής πριν συναντηθείτε και, όντας
γείτονες, ήσασταν εν γνώσει της διαγωγής της. Σωστά;
Η ζωή διατυπωμένη έτσι, μέσα από γραφειοκρατικούς τύπους, δεν γινόταν
απεχθής;
Στον ανθρωπάκο από το Αρχαγγέλσκ όταν η όμορφη και νεαρή σύζυγος του βιβλιοπώλη Ζονάς Μιλκ δεν επιστρέφει σπίτι τους ένα βράδυ, εκείνος λέει ένα αθώο ψέμα στους αδιάκριτους γείτονές του: ότι πήγε να επισκεφτεί κάποια φίλη της σε άλλη πόλη. Όμως, αυτή η ανιδιοτελής προσπάθειά του να προστατεύσει τη φήμη της δημιουργεί εχθρότητα και υποψίες στη μικρή γαλλική κοινότητα όπου ζει. Και δίνει το έναυσμα για σχόλια, για υπόνοιες, για αδικαιολόγητες κατηγορίες. Μια μικρή κοινωνία μόλις βρήκε ένα θύμα. Τώρα μπορεί να φτιάξει έναν κακό ώστε χαιρέκακα ίσως στο τέλος να απολαύσει τη συντριβή του. Και αυτός θα αντέξει όλη αυτή την πίεση;
Ένα βιβλίο που έχει κεντρικό ήρωα
ένα μετανάστη ο οποίος νιώθει πως δε θα μπορέσει ποτέ να γίνει κομμάτι της
τοπικής κοινωνίας. Δε θα τον αποδεχτούν ποτέ. Και αυτή η επιφυλακτικότητα που
αναπτύσσεται εκατέρωθεν τον κάνει να είναι ο ανθρωπάκος. Ο ανθρωπάκος από το
Αρχαγγέλσκ. Ένα πάντα επίκαιρο μυθιστόρημα. Ένα από τα καταθλιπτικά του, ένα
σκληρό μυθιστόρημα , που στο τέλος σου αφήνει αυτή τη γεύση στο στόμα που μόνο
τα μεγάλα μυθιστορήματα μπορούν να αφήσουν. Το βιβλίο αυτό το διάβασα σε ένα
ταξίδι μέσα στο λεωφορείο πηγαίνοντας από το Παρίσι στο Μont Saint Michel.
Όταν το τελείωσα είχε μείνει ακόμη λίγη ώρα ταξίδι, αλλά εγώ αυτό το κομμάτι
δεν το θυμάμαι. Χρειάστηκα ώρα για να γυρίσω στην πραγματικότητα. Το προτείνω και
αυτό ανεπιφύλακτα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου